Δελημπαλταδάκη Σταυρούλα
Μάρτιος 2012
Ένα σημαντικό λάθος που κάνουμε εμείς οι ενήλικες, είναι ότι συχνά υποτιμούμε την ικανότητα των παιδιών, ιδιαίτερα των πολύ μικρών, να κατανοήσουν βασικά ζητήματα της ζωής, όπως είναι η γέννηση και ο θάνατος. Όμως τα παιδιά είναι πολύ περίεργα να μάθουν, ιδιαίτερα όταν έρχονται για πρώτη φορά αντιμέτωπα με τον θάνατο, τί συμβαίνει όταν κάποιος πεθαίνει, πώς συμβαίνει, πού πηγαίνει μετά…
Ο θάνατος υπάρχει συχνά στα παιδικά παραμύθια και στα παιχνίδια που παίζουν τα παιδιά στην καθημερινότητά τους. Τα παιδιά, αντιλαμβάνονται την απουσία του προσώπου που πεθαίνει, αλλά δεν κατανοούν την οριστικότητα του θανάτου. Τα μικρά παιδιά, πιστεύουν συνήθως ότι ο άνθρωπος που πέθανε θα ξαναγυρίσει ή εξακολουθεί να ζει κάπου μακριά… Τα παιδιά σχολικής ηλικίας δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι ο θάνατος θα συμβεί και στην οικογένειά τους και θεωρούν ότι αφορά μόνο τους γύρω τους. Στην εφηβεία οι μεταφυσικές και συμβολικές ερμηνείες του θανάτου, είναι συχνές. Καθοριστικό, βέβαια, ρόλο στην κατανόηση του θανάτου, εκτός από την ηλικία, παίζουν και η προσωπικότητα του παιδιού, το περιβάλλον του, τα προσωπικά του βιώματα και η ήδη γνώση και πληροφορία του για τον θάνατο, η ψυχοσυναισθηματική του ανάπτυξη κ.ο.κ.
Συχνά θεωρούμε ότι τα μικρά παιδιά είναι πολύ ευάλωτα και δεν μπορούν να αντέξουν τον θάνατο αγαπημένου προσώπου κι ότι ίσως κλονιστούν αν τον αντιμετωπίσουν. Όμως, εκείνα είναι προικισμένα με μια έμφυτη μεγάλη δύναμη, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της ανάπτυξής τους. Η απόκρυψη της πραγματικότητας μόνο αρνητικές επιδράσεις έχει στα παιδιά. Δεν πρέπει να τα προστατεύουμε από την αλήθεια, αντίθετα χρειάζεται να μάθουν να αντιμετωπίζουν μέσω υγιών μηχανισμών, μικρές ή μεγαλύτερες απώλειες στη ζωή τους. Η απόκρυψη της αλήθειας ή οι ψεύτικες πληροφορίες δημιουργούν στα παιδιά πρόσθετα προβλήματα. Η σιωπή που επικρατεί, τα κάνει να αισθάνονται αποκομμένα από την υπόλοιπη οικογένεια, τα αναγκάζει να κλειστούν στον εαυτό τους και να δώσουν τις δικές τους ερμηνείες, που συχνά είναι πιο τρομακτικές από την ίδια την πραγματικότητα.
Ανάλογα με την ηλικία και την ανάπτυξη του παιδιού, του εξηγούμε την αλήθεια, χωρίς καθυστερήσεις για να αποφύγουμε τη σύγχυση, τυχόν παρερμηνείες, την ανασφάλεια και το φόβο. Χρησιμοποιούμε τις λέξεις «πέθανε», «θάνατος» κι όχι διφορούμενες, ασαφείς , εκφράσεις (που μπερδεύουν τα παιδιά και δεν τους επιτρέπουν να αντιληφθούν σωστά την κατάσταση), όπως «χάθηκε», «έφυγε», «τον πήρε ο Θεός» κτλ. Εξηγούμε στο παιδί τη διαδικασία που ακολουθείται για την τελετή, την ταφή, το φέρετρο κτλ κι ότι αυτό αλλάζει από τόπο σε τόπο, ανάλογα με το θρήσκευμα, τις συνήθειες και την κουλτούρα κάθε πολιτισμού. Ότι αυτό μας ανακουφίζει, επειδή από τη μια νοιώθουμε ότι αποδίδουμε τιμή στον άνθρωπο που φεύγει κι από την άλλη είναι ένας τρόπος να συνεχίσουμε να έχουμε μια επαφή μαζί του, επισκεπτόμενοι τον τάφο του και φροντίζοντάς τον. Είναι σημαντικό να ακούμε προσεκτικά τις ερωτήσεις των παιδιών και να απαντάμε με ειλικρίνεια, σαφήνεια κι απλά λόγια. Αν δεν ξέρουμε, απλά δηλώνουμε άγνοια.
Καθώς μιλάμε στο παιδί για τον θάνατο ενός αγαπημένου του προσώπου, θα πρέπει να είμαστε σίγουροι πως το παιδί έχει καταλάβει ότι κανείς δεν θα μπορούσε να έχει κάνει ο,τιδήποτε για να εμποδίσει αυτόν τον θάνατο κι ότι το ίδιο το παιδί σε καμία περίπτωση δεν φταίει! Τα παιδιά, ιδίως τα μικρότερα, έχουν την τάση να ενοχοποιούν τον εαυτό τους για καταστάσεις που δεν μπορούν να ερμηνεύσουν και να κατανοήσουν, γι’ αυτό κι έχουν ανάγκη τη συχνή διαβεβαίωση των ενηλίκων ότι δεν φέρουν καμία απολύτως ευθύνη για την απώλεια του αγαπημένου τους προσώπου. Να τους τονίζουμε ότι το άτομο που πέθανε, δεν το ήθελε, ούτε είχε θυμό ή απογοήτευση για το παιδί. Ότι το αγαπούσε. Να εξηγούμε όμως ότι δεν μπορεί να επιστρέψει πίσω, αλλά ότι οι υπόλοιποι θα φροντίσουν μαζί με αυτό να διατηρήσουν ζωντανή την ανάμνησή του (με συχνή αναφορά στις αναμνήσεις με το άτομο που πέθανε –χωρίς όμως εξιδανικεύσεις, να φτιάξουμε άλμπουμ φωτογραφιών, να θυμόμαστε τα γενέθλιά και τη γιορτή του ή άλλες αγαπημένες στιγμές και προτιμήσεις του κτλ). Το παιδί χρειάζεται την συχνή διαβεβαίωση ότι το ίδιο θα μεγαλώσει με ασφάλεια και την φροντίδα και την αμέριστη αγάπη όλων των υπολοίπων μελών της οικογένειας κι ότι μπορεί να κλαίει και να θυμώνει γι’ αυτό που έγινε όποτε θέλει και να διασκεδάζει επίσης όποτε θέλει.
Είναι πολύ σημαντικό να συμμετέχει το παιδί στο τελετουργικό της κηδείας και των μνημόσυνων, μια που λειτουργούν θεραπευτικά, αρκεί να έχει προετοιμαστεί σωστά: εξηγούμε στο παιδί τι ακριβώς θα γίνει, πόσο θα διαρκέσει και το ρωτάμε αν θέλει να παρευρεθεί. Αν θελήσει, τότε είμαστε δίπλα του και ανταποκρινόμαστε σε κάθε ανάγκη του, που θα προκύψει. Δεν έχει σημασία πόσο σωστά θα απαντήσουμε ή θα συμπαρασταθούμε σε ένα παιδί που αντιμετωπίζει τον θάνατο αγαπημένου του προσώπου. Το χειρότερο είναι να μην πούμε τίποτα και να αγνοήσουμε το γεγονός.
Είναι δικαίωμα του παιδιού και ανάγκη του να του δοθεί η ευκαιρία να αποχαιρετίσει το αγαπημένο του πρόσωπο πριν την κηδεία, εξηγώντας βέβαια τι θα αντικρύσει κι έχοντας προετοιμάσει το περιβάλλον να παραμείνει κατά το δυνατόν ψύχραιμο, όσο το παιδί παρευρίσκεται εκεί. Έτσι, αποφεύγουμε τις φαντασιωσικές σκέψεις, την ενοχοποίηση, αλλά και του δείχνουμε έμπρακτα πώς να διαχειρίζεται και να αντιμετωπίζει υγιώς την απώλεια. Του εξηγούμε, ότι όπως και η χαρά, έτσι και η λύπη είναι φυσιολογική αντίδραση των ανθρώπων κι ότι η ζωή δεν μας κάνει μόνο να γελάμε, αλλά κάποιες φορές μας προκαλεί δάκρυα, πόνο, απογοήτευση. Σημαντικό εδώ είναι να τονιστεί ότι η χαρά δεν χάνεται επειδή προκύπτει κάτι δυσάρεστο, όσο σοβαρό κι αν είναι, αλλά θα πρέπει να συνεχίζουμε με αισιοδοξία και δύναμη τη ζωή μας.
Η συναισθηματική κάλυψη του παιδιού και η παρότρυνσή μας να εκφράσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του με όποιο τρόπο επιλέξει, θα το βοηθήσει πολύ να κατανοήσει αλλά και να αποδεχτεί την απώλεια. Να το παροτρύνουμε να μοιραστεί μαζί μας τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, να σεβαστούμε την σιωπή του (παραμένοντας κοντά του), να του δώσουμε την δυνατότητα να ζωγραφίσει, να κλάψουμε μαζί του, να το παρηγορήσουμε με την αγκαλιά, το χάδι και το φιλί μας, να το διαβεβαιώνουμε για το πόσο το αγαπάμε, αλλά και για το ότι είναι απόλυτα φυσιολογικό να νοιώθει όπως νοιώθει και να αναγνωρίζουμε στο παιδί και τα δικά μας –αντίστοιχα- συναισθήματα.
Μετά την απώλεια αγαπημένου προσώπου, είναι πολύ βασικό για την ασφαλή ανάπτυξη του παιδιού να διατηρηθούν οι κανόνες στο σπίτι, η ρουτίνα που υπήρχε πριν, οι ίδιες δραστηριότητες και όσο περισσότερο γίνεται η κοινωνική ζωή. Αυτό θα προσφέρει στο παιδί αίσθηση ασφάλειας για τη ζωή του και το μέλλον του. Καλό θα ήταν να μην επακολουθήσουν σημαντικές αλλαγές στη ζωή του παιδιού, στο περιβάλλον του- σχολικό κι οικογενειακό-, αμέσως μετά την απώλεια, ώστε να έχει τον χρόνο να μπορέσει να αποδεχτεί το γεγονός και να προσαρμοστεί στην νέα πραγματικότητα.
Ας μην ξεχνάμε, επίσης, ότι το πένθος το βιώνει, το αντιμετωπίζει και το εκφράζει κάθε άτομο τελείως υποκειμενικά. Θα πρέπει, λοιπόν, να σεβόμαστε τα όρια και τον τρόπο του κάθε παιδιού, ανάλογα τις ανάγκες του αλλά και την επιθυμία του. Επειδή ο θρήνος είναι μια μακρόχρονη διαδικασία, θα πρέπει το παιδί να στηρίζεται συστηματικά και σε βάθος χρόνου από άτομα που είναι σημαντικά γι’ αυτό και θα το κάνουν με συνέπεια και σταθερότητα. Η βοήθεια σε αυτές τις περιπτώσεις του ψυχολόγου στο παιδί και στην οικογένεια, θεωρείται απαραίτητη, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι πιθανές αλλαγές στην διάθεση του παιδιού αλλά και των ενηλίκων της οικογένειας, τον ύπνο, τη διατροφή, τη συμπεριφορά και τη σχολική επίδοση,
Για να μπορέσουν τα παιδιά να μάθουν να διαχειρίζονται και να αντιμετωπίζουν την απώλεια, χρειάζονται τη βοήθεια, την κατανόηση και τη φροντίδα μας.